«Χίλια χρόνια μοναξιάς και θλίψης
για τον θάνατο του σπουδαιότερου
Κολομβιανού
όλων των εποχών!»
Χουάν Μανουέλ Σάντος
πρόεδρος της
Κολομβίας
Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες,
πατέρας του «μαγικού ρεαλισμού»,
γεννήθηκε στις 6 Μαρτίου του 1927 στην
Αρακατάκα,
ένα παραλιακό χωριό της Κολομβίας,
όπου μεγάλωσε κοντά στους
παππούδες του από τη μεριά της μητέρας του.
Το 1948, ο Μάρκες μετακόμισε στην Καρθαγένη,
όπου ξεκίνησε να εργάζεται
ως δημοσιογράφος
στην εφημερίδα El Universal.
Το 1954,
βρέθηκε στη Ρώμη
ως απεσταλμένος της εφημερίδας
που εργαζόταν εκείνη την
περίοδο.
Από τότε επέλεξε να ζει μακριά από την πατρίδα του
– στο Παρίσι, στη
Νέα Υόρκη, στην Βαρκελώνη και στο Μεξικό –
σε μία, λίγο πολύ,
αναγκαστική αυτοεξορία.
Αύριο, Παγκόσμια Ημέρα του Βιβλίου,
η κολομβιανή κυβέρνηση
προγραμματίζει
ανάγνωση του μυθιστορήματος
«Ο Συνταγματάρχης δεν έχει
κανέναν
να του γράψει» (1961)
να του γράψει» (1961)
σε βιβλιοθήκες, πάρκα και εκπαιδευτικά
ιδρύματα, της Κολομβίας.
Τον Μάρτιο του 1966 η ταινία «Tiempo de morir»,
της οποίας έχει γράψει
το σενάριο,
παίρνει το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ της Καρθαγένης.
Παράλληλα, από τον Ιούλιο του 1965
μέχρι τον Αύγουστο του 1966
αφήνει τη
δημοσιογραφία
και αφοσιώνεται στη συγγραφή του μυθιστορήματος
που
εκδόθηκε το 1967 (στα σαράντα του χρόνια, δηλαδή)
και έμελλε να τον
κάνει διάσημο σε όλο τον κόσμο:
το «Εκατό χρόνια μοναξιά».
Φίλος του Φιντέλ Κάστρο και του Ούγκο Τσάβες,
ο «Γκάμπο» βρέθηκε στο
πλευρό των κινημάτων ανεξαρτησίας
και κοινωνικής δικαιοσύνης της
Λατινικής Αμερικής.
1927: Γέννηση του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες στην Αρακατάκα της Κολομβίας
1967: Δημοσιεύει το «Εκατό χρόνια μοναξιά»
1981: Δημοσιεύει το «Χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου»
1982: Τιμάται με το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας
1985: Δημοσιεύει το βιβλίο «Ο Έρωτας στα χρόνια της χολέρας»
2014: Πέμπτη, 17 Απριλίου 2014 Ο Γκάμπο φεύγει για πάντα από τη ζωή
Η επιστολή που -υποτίθεται ότι- ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έστειλε στους φίλους του πριν απορυρθεί από τη δημόσια ζωή για λόγους υγείας:
..... "Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή
ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια
και μου χάριζε ένα
κομμάτι ζωή,
ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι,
αλλά σίγουρα θα
σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ.
Θα έδινα αξία στα πράγματα,
όχι γι'
αυτό που αξίζουν, αλλά γι' αυτό που σημαίνουν.
Θα κοιμόμουν λίγο, θα
ονειρευόμουν πιο πολύ,
γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια,
χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως.
Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν,
θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόνταν.
Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν
και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!
Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή,
θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα
μπρούμυτα στον ήλιο,
αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την
ψυχή μου.
Θεέ μου, αν μπορούσα,
θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο
και θα περίμενα να βγει ο ήλιος.
Θα ζωγράφιζα μ' ένα όνειρο του Βαν
Γκογκ πάνω στα άστρα
ένα ποίημα του Μπενεντέτι
κι ένα τραγούδι του
Σερράτ
θα ήταν η σερενάτα που θα χάριζα στη σελήνη.
Θα πότιζα με τα
δάκρια μου τα τριαντάφυλλα,
για να νοιώσω τον πόνο από τ' αγκάθια τους
και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους...
Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωή...
Δεν θα άφηνα να περάσει ούτε μία
μέρα
χωρίς να πω στους ανθρώπους ότι αγαπώ, ότι τους αγαπώ.
Θα έκανα
κάθε άνδρα και γυναίκα
να πιστέψουν ότι είναι οι αγαπητοί μου
και θα
ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα.
Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν
να νομίζουν ότι παύουν να
ερωτεύονται όταν γερνούν,
χωρίς να καταλαβαίνουν
ότι γερνούν όταν παύουν
να ερωτεύονται!
Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά,
αλλά θα το άφηνα να
μάθει μόνο του να πετάει.
Στους γέρους θα έδειχνα ότι το θάνατο
δεν τον
φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη.
Έμαθα τόσα πράγματα από σας, τους
ανθρώπους...
Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού,
χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία
βρίσκεται στον τρόπο που
κατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά.
Έμαθα πως όταν το νεογέννητο
σφίγγει
στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά,
το δάχτυλο του πατέρα του,
το
αιχμαλωτίζει για πάντα.
Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον
άλλον από ψηλά
μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί.
Είναι τόσα
πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από σας,
αλλά δεν θα χρησιμεύσουν
αλήθεια πολύ,
γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σ' αυτή τη
βαλίτσα,
δυστυχώς θα πεθαίνω.
Να λες πάντα αυτό που νιώθεις
και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι.
Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά
που θα σ' έβλεπα να
κοιμάσαι,
θα σ' αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο
για να
μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου.
Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η
τελευταία φορά
που θα σ' έβλεπα να βγαίνεις απ' την πόρτα,
θα σ'
αγκάλιαζα και θα σού 'δινα ένα φιλί
και θα σε φώναζα ξανά για να σου
δώσω κι άλλα.
Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά
που θα άκουγα
τη φωνή σου,
θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη
για να μπορώ να τις ακούω ξανά
και ξανά.
Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ'
έβλεπα,
θα έλεγα "σ' αγαπώ" και δεν θα υπέθετα, ανόητα,
ότι το ξέρεις
ήδη.
Υπάρχει πάντα ένα αύριο
και η ζωή μας δίνει κι άλλες ευκαιρίες
για
να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει,
αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος
και
μας μένει μόνο το σήμερα,
θα ΄θελα να σου πω πόσο σ' αγαπώ
κι ότι ποτέ
δεν θα σε ξεχάσω.
Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς,
είτε νέος είτε γέρος.
Σήμερα
μπορεί να είναι η τελευταία φορά
που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς.
Γι' αυτό μην περιμένεις άλλο,
κάν' το σήμερα,
γιατί αν το αύριο δεν
έρθει ποτέ,
θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα
που δεν βρήκες χρόνο για
ένα χαμόγελο,
μια αγκαλιά, ένα φιλί
και ήσουν πολύ απασχολημένος
για να
κάνεις πράξη μια τελευταία τους επιθυμία.
Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά
σου,
πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι,
αγάπα τους και φέρσου
τους καλά,
βρες χρόνο για να τους πεις "συγνώμη",
"συγχώρεσέ με", "σε
παρακαλώ", "ευχαριστώ"
κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις.
Κανείς δεν θα
σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις.
Ζήτα απ' τον Κύριο τη δύναμη και
τη σοφία
για να τις εκφράσεις.
Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για
σένα."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου