Κουραμπιέδες των
Χριστουγέννων
(Επίσης του Πάσχα, αλλά και του γάμου, του αρραβώνα, του λογοδοσίματος, μα και όποτε το καλέσει η όρεξή σας)
(Επίσης του Πάσχα, αλλά και του γάμου, του αρραβώνα, του λογοδοσίματος, μα και όποτε το καλέσει η όρεξή σας)
Υ λ ι κ ά :
1 κιλό βούτυρο (νωπό και πρόβειο, κατά προτίμησιν)
1 φλιτζάνα του τσαγιού λάδι
4 ασπράδια αυγού
1 φλιτζάνα του τσαγιού αμύγδαλα κομμένα, καρφουντισμένα σε βούτυρο
1 φλιτζάνι του καφέ ούζο
1 φλιτζάνι του καφέ αλισίβα (νερό που έβρασε μαζί με στάχτη και κατόπιν σουρώθηκε)
5 βανίλιες
2 κιλά αλεύρι
1 πιατάκι φλιτζανιού του καφέ, ζάχαρη
Επιπλέον ούζο ή ανθόνερο για να τους ραντίσεις αμέσως μόλις βγουν από τον φούρνο & ενάμιση κιλό ζάχαρη άχνη για την επικάλυψη στο τέλος
Παρατήρηση:
Η συγκεκριμένη δοσολογία αποδίδει περίπου 70 κομμάτια. Για μικρότερη ποσότητα,
απλώς περιορίζεις τα υλικά στο μισό. Για μεγαλύτερη, πολλαπλασιάζεις αντίστοιχα
(και τους πλάθεις βεβαίως μικρότερους).
Ε κ τ έ λ ε σ η :
Δένεις ένα φακιόλι στα μαλλιά (για λόγους ευνοήτους) και ανασκουμπώνεσαι.
Σε μια μεγάλη λεκάνη (όχι πλαστική, κατά προτίμησιν) δέρνεις για λίγο το λάδι μέχρι ν’ ανοίξει το χρώμα του. Στη συνέχεια προσθέτεις το βούτυρο, το 1 πιατάκι ζάχαρη κι εξακολουθείς να τα δέρνεις. Μετά ρίχνεις την αλισίβα και το ούζο.
Όλα μαζί δέρνονται περίπου μια ώρα.
Κατόπιν προσθέτεις στο μίγμα τα αμύγδαλα και τις βανίλιες.
Τώρα πια, για καλύτερο αποτέλεσμα, αναλαμβάνει το ανακάτεμα το χέρι της νοικοκυράς (πλυμένο), ή μια ξύλινη κουτάλα. Δάρσιμο μέχρις ότου να μην υπάρχουν σβόλια υλικών...
Σημείωση ασφαλείας: Αποφύγετε τη βοήθεια του συζύγου όσο κι αν προθυμοποιηθεί, τα αντρικά χέρια συνήθως είναι τριχωτά. Αναζητήστε αυτήν μιας φίλης, γειτόνισσας, κουμπάρας.
Σε άλλο δοχείο ήδη έχεις δείρει τα ασπράδια, που τώρα τα ρίχνεις δαρμένα στο μίγμα.
Ε, και τώρα πια ήρθε η στιγμή να προσθέσεις το αλεύρι. Λίγο-λίγο, για να μη σφίξει η ζύμη, να μείνει μαλακή. Δεν είναι απαραίτητο να πέσει όλο το αλεύρι. Όσο πάρει. Σκοπός είναι η ζύμη να μείνει μαλακή και εύπλαστη.
Αν πρόκειται να τους ψήσεις σε λαμαρίνα (στην περίπτωση μεγάλης ποσότητας), καλύπτεις τη λαμαρίνα με λαδόκολλα. Αν πάλι έχεις ταψιά, δεν είναι απαραίτητο.
Δένεις ένα φακιόλι στα μαλλιά (για λόγους ευνοήτους) και ανασκουμπώνεσαι.
Σε μια μεγάλη λεκάνη (όχι πλαστική, κατά προτίμησιν) δέρνεις για λίγο το λάδι μέχρι ν’ ανοίξει το χρώμα του. Στη συνέχεια προσθέτεις το βούτυρο, το 1 πιατάκι ζάχαρη κι εξακολουθείς να τα δέρνεις. Μετά ρίχνεις την αλισίβα και το ούζο.
Όλα μαζί δέρνονται περίπου μια ώρα.
Κατόπιν προσθέτεις στο μίγμα τα αμύγδαλα και τις βανίλιες.
Τώρα πια, για καλύτερο αποτέλεσμα, αναλαμβάνει το ανακάτεμα το χέρι της νοικοκυράς (πλυμένο), ή μια ξύλινη κουτάλα. Δάρσιμο μέχρις ότου να μην υπάρχουν σβόλια υλικών...
Σημείωση ασφαλείας: Αποφύγετε τη βοήθεια του συζύγου όσο κι αν προθυμοποιηθεί, τα αντρικά χέρια συνήθως είναι τριχωτά. Αναζητήστε αυτήν μιας φίλης, γειτόνισσας, κουμπάρας.
Σε άλλο δοχείο ήδη έχεις δείρει τα ασπράδια, που τώρα τα ρίχνεις δαρμένα στο μίγμα.
Ε, και τώρα πια ήρθε η στιγμή να προσθέσεις το αλεύρι. Λίγο-λίγο, για να μη σφίξει η ζύμη, να μείνει μαλακή. Δεν είναι απαραίτητο να πέσει όλο το αλεύρι. Όσο πάρει. Σκοπός είναι η ζύμη να μείνει μαλακή και εύπλαστη.
Αν πρόκειται να τους ψήσεις σε λαμαρίνα (στην περίπτωση μεγάλης ποσότητας), καλύπτεις τη λαμαρίνα με λαδόκολλα. Αν πάλι έχεις ταψιά, δεν είναι απαραίτητο.
Κατόπιν
με κέφι και με γιορτινή διάθεση, πλάθεις τους κουραμπιέδες στρογγυλούς ή
μισοφέγγαρα και τους αραδιάζεις στο ταψί. Στους στρογγυλούς κάνεις μια ρηχή
λακουβίτσα στη μέση, για να κρατήσει τη ζάχαρη.
Τους ψήνεις σε μέτρια φωτιά και περιμένεις τραγουδώντας «τάκου-τάκου ο αργαλειός της, τάκου κι έρχεται ο καλός της». Πλην, μην ξεχαστείς και τους κάψεις. Μόλις να ροδίσουν.
Ένα-ένα ταψί κουραμπιέδων που ψήνονται, έτσι ζεστούς, τους ραντίζεις με ούζο ή ανθόνερο. Αμέσως μετά τους βγάζεις προσεκτικά και τους απλώνεις σε μια επιφάνεια κοντά-κοντά, τον έναν πλάϊ στον άλλον. Αμέσως, όσο είναι ακόμη ζεστοί, κρησαρίζεις πάνω τους την ζάχαρη άχνη μέχρις ότου να τους καλύψει.
Τους ψήνεις σε μέτρια φωτιά και περιμένεις τραγουδώντας «τάκου-τάκου ο αργαλειός της, τάκου κι έρχεται ο καλός της». Πλην, μην ξεχαστείς και τους κάψεις. Μόλις να ροδίσουν.
Ένα-ένα ταψί κουραμπιέδων που ψήνονται, έτσι ζεστούς, τους ραντίζεις με ούζο ή ανθόνερο. Αμέσως μετά τους βγάζεις προσεκτικά και τους απλώνεις σε μια επιφάνεια κοντά-κοντά, τον έναν πλάϊ στον άλλον. Αμέσως, όσο είναι ακόμη ζεστοί, κρησαρίζεις πάνω τους την ζάχαρη άχνη μέχρις ότου να τους καλύψει.
Την επομένη κερνάς, όπου αγαπάς,
(οπωσδήποτε με ένα ποτήρι νερό, για τον κίνδυνο πνιγμού στην περίπτωση που
άφησες τη ζύμη να παρασφίξει). Και τότε πια, ασυγκράτητοι, διατυμπανίζετε πως
είναι από τα χεράκια σας και δέχεστε ασμένως τα συγχαρητήρια μαζί με βροχή
προτάσεων (πάσης φύσεως).
Για την διάσωσιν: Δημήτρης Χίλιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου