Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;


Το ευλογημένο καράβι 
  Ζαχαρία Παπαντωνίου

"Πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;
Σε μάχεται η θάλασσα, δεν τη φοβάσαι;
Ανέμοι σφυρίζουν και πέφτει νερό,
πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;"

_"Για χώρα πηγαίνω πολύ μακρινή
θα φέξουνε φάροι πολλοί να περάσω
βοριάδες, νοτιάδες θα βρω μα θα φτάσω
με πρίμο αγεράκι, μ' ακέριο πανί."

_"Κι αν οι κάβοι σου στήσουν τη νύχτα καρτέρι;
Απάνω σου αν πέσει το κύμα θεριό
και πάρει τους ναύτες και τον τιμονιέρη;
Πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;"

«Ψηλά στο εκκλησάκι του βράχου, που ασπρίζει,
για μένα έχουν κάμει κρυφή λειτουργία
·
ορθός ο Χριστός το τιμόνι μου αγγίζει,
στην πλώρη μου στέκει η παρθένα Μαρία.»


Πού πας καραβάκι με τέτοιο καιρό 
Στίχοι: Ζαχαρίας Παπαντωνίου
Μουσική: Αφροδίτη Μάνου
Πρώτη εκτέλεση: Αφροδίτη Μάνου



Ζαχαρίας Παπαντωνίου

 «Πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;»... 
Ένας στίχος του Ζαχαρία Παπαντωνίου,
 γραμμένος για το αναγνωστικό της Γ΄ δημοτικού, 
ξανάρχεται να  μας θυμίσει  τα παιδικά μας χρόνια, 
με τη μουσική και τη φωνή της Αφροδίτης Μάνου .

Το ποίημα " Το ευλογημένο καράβι"έγραψε ο  Ζαχαρίας Παπαντωνίου  και περιλαμβάνεται στην ποιητική συλλογή   "Χελιδόνια,  Ποιήματα για παιδιά" του 1920
 Το 1931 εκδόθηκε ξανά με τον τίτλο "Παιδικά τραγούδια".  

Το σημαντικότερο, όμως, βιβλίο του Ζαχαρία Παπαντωνίου,  
 που αποτελεί κομβικό σταθμό στην  νεοελληνική σχολική ιστορία  
και στην παιδική λογοτεχνία, είναι  “Τα ψηλά βουνά”. 

“Τα ψηλά βουνά” είναι  ένα βιβλίο που προοριζόταν για αναγνωστικό της Γ΄ Δημοτικού “στα πλαίσια της “εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης” από την επαναστατική κυβέρνηση Βενιζέλου. Το βιβλίο όμως κάηκε δημοσίως από τις κυβερνήσεις μετά το 1920 και επέστρεψε στα σχολεία με τη νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης Βενιζέλου το 1929 και το 1933. 
 
Το 1974 «Τα ψηλά βουνά» ξανατυπώθηκαν για τα δημοτικά σχολεία της Μεταπολίτευσης για ένα σύντομο διάστημα έως ότου αντικαταστήθηκαν από το βιβλίο της Αγγελικής Βαρελά.

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος γράφει :
«...Την πιο μεγάλη χαρά του κόσμου θα μου την έδινε κανείς όταν ήμουνα παιδί, αν μου χάριζε ένα βιβλίο με ωραία ποιήματα. Κανείς όμως δε μου την έδωσε τότε κι αυτό ποτέ δεν το ξέχασα.
Όταν ήμουνα στην τρίτη Δημοτικού, διάβασα στο αναγνωστικό μου, στα «Ψηλά Βουνά» του Παπαντωνίου, κάτι ποιήματα που έκαναν καλό στην ψυχή μου. Τι ήταν αυτό το καλό, δεν μπορούσα να εξηγήσω. Με συγκινούσαν, ξύπναγαν κάτι άλλο μέσα μου, μου μεγάλωναν τη φαντασία και μου άλλαζαν την όψη του κόσμου. Έκαναν δηλαδή τον κόσμο πιο χρωματιστό και πιο όμορφο...»




1 σχόλιο:

  1. Πόσο δίκιο έχει ο Ν. Βρεττάκος. Η Ελληνική ποίηση έχει κάτι το μαγικό θαρρείς, Γλυκαίνει την ψυχή, σκορπά μια γαλήνη σε κάνει να βλέπεις γύρω σου έναν ωραίο κόσμο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή