Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2012

Η Ορτανσία φυλάει τα μυστικά - Χριστίνα Φραγκεσκάκη



Γιορτινό χειμωνιάτικο βράδυ, 
και η ντροπαλή κυρία Αριάδνη, 
που κάποτε ήταν δασκάλα
 κι είχε όλα του κόσμου τα παιδιά 
αλλά τώρα ζει μόνη με τη γάτα της 
και τα βιβλία της, 
συναντά στην αυλή 
της κοινής τους κατοικίας
 τη μικρή Φερστέ. 
Ποια είναι η Φερστέ 
και γιατί μένει στο υπόγειο; 

Γιατί οι γονείς της έχουν λυπημένα μάτια 
και πώς βρέθηκαν εδώ; 
Ποιο είναι το μυστικό της κυρίας Αριάδνης 
και ποιο το μυστικό της Φερστέ;

 Ποιος φυλάει 
τα μυστικά τους;

 Και... γίνονται ποτέ
 τα όνειρα αλήθεια;

Μια ιστορία για τη χαρά της φιλίας και της συνύπαρξης. 
Για την αλήθεια που ενώνει τις παροιμίες των λαών 
και τους ορόφους των πολυκατοικιών μας. 
Μια ιστορία για το ανέλπιστο δώρο 
της εμπιστοσύνης και της ανταλλαγής... 
Για τα όνειρα που γίνονται αλήθεια,
όπως στα... παραμύθια!

Μια ιστορία γεμάτη τρυφερότητα
 για παιδιά κάθε ηλικίας.



Το βιβλίο κέρδισε το

ΚΡΑΤΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
στην κατηγορία παιδικού λογοτεχνικού βιβλίου


Το σκεπτικό της επιτροπής Κρατικών Βραβείων, 
για τη βράβευση του βιβλίου:

Το βιβλίο κινείται σε μια ευαίσθητη θεματική που αφορά τον ξένο και το σεβασμό προς τον διαφορετικό. Ταυτόχρονα δείχνει τη μοναξιά της τρίτης ηλικίας. Οι δύο αυτές θεματικές αν και υπάρχουν ήδη και σε παλαιότερα βιβλία δένονται όμως μεταξύ τους σε ένα μίγμα πρωτοτυπίας και ευαισθησίας. Οι δύο βασικοί λογοτεχνικοί χαρακτήρες, δηλαδή το μικρό κοριτσάκι με καταγωγή από το Αφγανιστάν που βρίσκεται στην Αθήνα και η μόνη γηραιά κυρία, καταφέρνουν μέσα από τη δύναμη των παροιμιών και του προφορικού λόγου να εκφραστούν, να επικοινωνήσουν, να αλληλοκατανοηθούν και να αγαπηθούν. Χωρίς να επιλέγονται κλισέ τρόποι, μέσα από τη δυναμική του προφορικού λόγου και την πολύ καλή εικονογράφηση της Ντανιέλας Σταματιάδη έχουμε ένα ποιοτικό βιβλίο που συγκινεί χωρίς να είναι μελό και βοηθά τον αναγνώστη παιδί να κατανοήσει ότι οι διαφορετικές κουλτούρες μπορούν να φέρουν κοντά τους ανθρώπους και όχι να τους απομονώσουν.

H Xριστίνα Φραγκεσκάκη γεννήθηκε στη Ρόδο και μεγάλωσε στη Νίσυρο. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάζεται ως καθηγήτρια στη δημόσια εκπαίδευση. Παράλληλα, αφηγείται ιστορίες και παραμύθια της προφορικής παράδοσης απ’ όλο τον κόσμο. Η Ορτανσία φυλάει τα μυστικά είναι το δεύτερο βιβλίο της. Από τις εκδόσεις Αρμός κυκλοφορεί το παραμύθι της Σαν ψέματα, με ζωγραφιές του Αλέξη Κυριτσόπoυλου.



Κριτική για το βιβλίο της Ελένης Σαραντίτη από το http://www.diastixo.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=248:i-ortansia-filaei-ta-mistika&catid=48:efivika&Itemid=97

«Την ξενιτιά, την αρφανιά, την πίκρα, την αγάπη, 
τα τέσσαρα τα ζύγιασαν, βαρύτερα είν’ τα ξένα… 
Οχ, ξένος εδώ, ξένος εκεί κι όθε να πάω ξένος…» 

Τραγούδησε ο λαός μας 
με λόγια εξαίσια, ποιητικά 
και μουσική θρηνητική και παραπονετική, 
συγκλονιστική πάντως, 
τον καημό και τον ανήμερο πόνο της ξενιτιάς. 
Λαός απ’ αιώνος μετανάστης. 
Συχνά και πρόσφυγας. 
Μήπως και τώρα;
 Και αύριο μεθαύριο;

Το βιβλίο με τον ωραίο τίτλο 
Η Ορτανσία φυλάει τα μυστικά
ένα βιβλίο της ξενιτιάς είναι 
– σαν ένα τραγούδι κι αυτό παραπονεμένο. 
Μάλιστα με την επανάληψη 
ορισμένων φράσεων και λέξεων 
–ας είναι και περισσότερες του δέοντος 
οι επαναλήψεις αυτές– 
οι σελίδες έχουν αποκτήσει 
μια ανεπαίσθητη μουσικότητα 
την οποία κανείς συναντά 
σε ορισμένα παραμύθια. 

Εύλογο και κατανοητό: 
η Χριστίνα Φραγκεσκάκη 
είναι και αφηγήτρια παραμυθιών 
της προφορικής παράδοσης 
από όλο τον κόσμο. 
Και επειδή είναι νεοφερμένη 
στο χώρο του παιδικού βιβλίου, 
ας πούμε ότι είναι νησιώτισσα 
και ότι εργάζεται 
ως καθηγήτρια στη δημόσια εκπαίδευση. 
Το παρόν είναι το δεύτερο βιβλίο της. 
Το προηγούμενο, με τις ζωγραφιές
του Αλέξη Κυριτσόπουλου, 
τιτλοφορείται Σαν ψέματα 
και κυκλοφορεί 
από τις εκδόσεις Αρμός.

Η Ορτανσία, λοιπόν. 
Γατούλα είναι, 
υιοθετημένη από την κυρία Ανδρομάχη, 
η οποία ζει μόνη, 
και που όταν τη συνάντησε σε μια αυλή 
όπου έτρωγε φύλλα ορτανσίας, 
για να χορτάσει την πείνα της, 
την πήρε σπίτι 
και της έδωσε το όνομα Ορτανσία. 

Το ότι την πήρε στο διαμέρισμά της
 ήταν ευχής έργο. 
Που ευνόησε και τις δυο. 
Έχουν η μια την άλλη 
– κάτι πολύ σπουδαίο, 
ή σωστότερα, ευλογημένο, 
για άτομα μοναχικά όπως αυτές.

 Ο καθένας που του έλαχε
 να έχει ζώο-σύντροφο θα το κατανοήσει· 
είναι κάτι πολύτιμες στιγμές 
που η αμοιβαία κατανόηση, η τρυφερότητα, 
η συντροφικότητα και η άφατη αγάπη 
μεταξύ ζώου και ανθρώπου 
πλημμυρίζουν την ψυχή γλύκα, 
γαλήνη ευεργετική.
Κάπως έτσι περνούν 
η κυρία Ανδρομάχη με την Ορτανσία: 
μαζί διαβάζουν, 
όχι ακριβώς «διαβάζουν», 
η κυρία Ανδρομάχη διαβάζει 
και η Ορτανσία συνοδεύει 
με το απαλότατο γουργουρητό της, 
μαζί ετοιμάζουν τα περίφημα γλυκά 
στα οποία έχει αδυναμία 
η γλυκατζού κυρία Ανδρομάχη 
–συνταξιούχος δασκάλα 
και τρομερή βιβλιοφάγος–, 
παρέα θα γευθούν το κέικ, 
θα συζητήσουν. 

Τη λύπη της ότι δεν ακούγονται 
παιδικές φωνούλες στο σπίτι, 
παιχνίδια και χαρές απλησίαστες γι’ αυτήν,
 η ευγενική γυναίκα 
την κρατά για τον εαυτό της. 
Κι εξάλλου έχει την Ορτανσία της. 
Της τραγουδά κιόλας:

Ορτανσία, Ορτανσία,
που στον κόσμο είσαι μία,
σαν εσένα, Ορτανσία,
δεν υπάρχει άλλη καμία!

Απλό τραγουδάκι, απλές, χρηστές ζωές. 

«Έτσι, με τα βιβλία, 
τα γλυκά και την Ορτανσία, 
περνά ο καιρός». 

Τυχαίνουν όμως κάποιες στιγμές
 που η γυναίκα νιώθει
 ένα τόσο δα τσιμπηματάκι 
στο μέρος της καρδιάς. 

Ιδίως στις γιορτές 
που οι οικογένειες συγκεντρώνονται
 για ν’ ανταλλάξουν αγάπη, δώρα, χαρές. 
Που τα τραπέζια στρώνονται 
και τα σπίτια λαμπρύνονται και ομορφαίνουν. 
Τέτοιες μέρες φουσκώνει η καρδιά της 
από επιθυμίες. 
Όπως τώρα, ας πούμε,
 που είναι παραμονή Χριστουγέννων,
 με τσουχτερό κρύο, 
με το σκοτάδι να εδραιώνεται 
κι αυτή να γυρνά στο σπίτι μόνη. 

«Επιτέλους έφτασα», παραμιλά,
μπαίνει στη φωτόλουστη από το δέντρο 
αυλή της πολυκατοικίας 
και βλέπει δυο λαμπερά μάτια να την κοιτούν. 
Μεγάλα παιδικά μάτια. 
Ανήκουν στη μικρούλα τα μάτια αυτά, 
στην καταμελάχρινη κοπελίτσα του υπογείου. 
Στη Φερστέ. 
Από το Αφγανιστάν. 
Τώρα η Φερστέ γυρίζει γύρω από το δέντρο 
και προσπαθεί να μετρήσει τα φωτάκια του, 
αλλά εκείνα διαρκώς αναβοσβήνουν
 και την μπερδεύουν.

Αν μπορούσε, η κυρία Αριάδνη 
θα έπαιρνε τη μικρούλα αγκαλιά 
και θα της έδινε απανωτά φιλιά· 
αν μπορούσε, θα της άπλωνε το χέρι
 και μαζί θα στροβιλίζονταν γύρω από το δέντρο
 ή θα την καλούσε στο διαμέρισμά της 
και θα της χάριζε όλα τα παιδικά βιβλία 
που έχει φυλαγμένα. 
Έπειτα θα την κάθιζε στα γόνατά της
 και θα της τα διάβαζε. 
Με τις ώρες. 
Και μετά θα καλούσε και τους γονείς της 
να γευθούν μαζί 
τα χριστουγεννιάτικα γλυκά 
που είχε φτιάξει 
με τη συντροφιά της Ορτανσίας. 
Δειλιάζει όμως. 
Το μόνο που μπορεί 
είναι να στείλει στη μικρούλα 
το πιο θερμό χαμόγελό της. 
Και η μικρή; 
Ω, αυτή σταματά το στροβίλισμα, 
κοντοστέκεται και ανταποκρίνεται 
με ένα μεγάλο, ξάστερο χαμόγελο.

«Ορτανσία, έχω νέα…» 

λέει στη γάτα 
που ξέρει να φυλάει τα μυστικά. 

«Της χαμογέλασα και μετά, 
μετά μου χαμογέλασε και αυτή».

 Η Ορτανσία σηκώνεται ζωηρή
 και χώνεται στην αγκαλιά της κυρίας Αριάδνης 
και ακούει τους χτύπους της καρδιάς της, 
δυνατούς, απόψε, εορταστικούς. 
Και την επομένη, ανήμερα Χριστούγεννα, 
χτυπά η πόρτα. 
Είναι η Φερστέ 
και φέρνει γλυκό ψωμί, μυρωδάτο.
 «Το έφτιαξε η μαμά μου. 
Φέραμε τους σπόρους από το Αφγανιστάν».

Από εκείνη τη στιγμή 
αρχίζει να γράφεται μια ιστορία αγάπης
 που ταξιδεύει την κυρία Αριάδνη ψηλά, στα ουράνια, 
και γεμίζει ελπίδα και ζεστασιά 
τους πρόσφυγες του υπογείου 
που μήνες περιμένουν να τους δοθεί άσυλο,
 κρυμμένοι πίσω από τον ήλιο, 
μακριά απ’ τους ανθρώπους τους, 
τα σπίτια, τον ουρανό τους,
 ζώντας μόνο με τις μνήμες 
που δε χάνονται παρά θεριεύουν, 
και με το σπάνιο λουλούδι 
που μεγαλώνει στη σκοτεινιά και την ανέχεια, 
το κοριτσάκι τους, τη Φερστέ, 
που όταν χαμογελά λαμποκοπούν τόποι ψυχής. 
Και που κι αυτή έχει ένα μυστικό
 αλλά το αποκαλύπτει μονάχα στην Ορτανσία. 
Διότι, όπως ξέρουμε,
 η Ορτανσία φυλάει τα μυστικά.

Η Χριστίνα Φραγκεσκάκη 
με αβρότητα και αισθήματα συμμετοχής, 
και μέσα από μια ενδιαφέρουσα ιστορία, 
μίλησε για τον «ξένο». 
Περιέγραψε όμως 
και τη μοναξιά 
της συνταξιούχου εκπαιδευτικού αβρά, 
και παρά τις εύθυμες εικόνες και σκηνές, 
με αθέατη θλίψη.



Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012

Άγιε Βασίλη, θα μου κάνεις μια χάρη - Μαρία Παπαγιάννη



Δύο παιδιά,
δύο διαφορετικές
 χριστουγεννιάτικες ιστορίες.

Ο Χάρης
αδιαφορεί για όλους,
αμφισβητεί την ύπαρξη του Άγιου Βασίλη
ως τη στιγμή που τον συναντά
κι ανακαλύπτει ένα διαφορετικό κόσμο.

Η Σάσα, πάλι,
νοιάζεται για όλους,
 ενδιαφέρεται για τα πάντα
 και προχωρά με χαμόγελο.
Μαθαίνει να ζει σε μια ξένη χώρα,
διεκδικεί την εμπιστοσύνη
και την αγάπη των συμμαθητών της,
δίνει πολλές μάχες
και ανακαλύπτει
ότι μόνο όταν αγωνίζεσαι
μπορείς να κατακτήσεις το αδύνατο. 


Παραμονή Πρωτοχρονιάς
ο Άγιος Βασίλης
θα χτυπήσει την πόρτα τους

για να τους θυμίσει 

ότι ο κόσμος είναι γεμάτος θαύματα, 

φτάνει να κοιτάς μακριά
για να μπορείς να τα δεις.




Ένα  χριστουγεννιάτικο βιβλίο  που μιλά στην ψυχή των παιδιών. Δυο διαφορετικές ιστορίες για δυο διαφορετικά  παιδιά που με την αγάπη, την αισιοδοξία και την ελπίδα ανακαλύπτουν το χριστουγεννιάτικο θαύμα.  

Ένα σύγχρονο βιβλίο με θαύματα, αισιόδοξο  και χριστουγεννιάτικο.







Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2012

Ευχές - Αναστασία Ευσταθίου



Χρόνια Πολλά 
Χαρούμενα και Δημιουργικά
με ένα βιβλίο αγκαλιά
και τον πιο γλυκό ήρωα,
τον καλλιτέχνη καλικάτζαρο
του Δωδεκαημέρου
να σας κρατάει συντροφιά...

Ο Κάλι Καλ,
ο φίλος του Άι-Βασίλη συναντά
τους μικρούς αναγνώστες του στην τάξη,
σε βιβλιοπωλεία και χώρους πολιτισμού.
Ψάχνει εναγωνίως να βρει
 το χαμένο γέλιο
που κλάπηκε από τη χώρα της Γελανδίας.
Βιβλιοαποδράστε μαζί του
και χαρείτε τις δραστηριότητες φιλαναγνωσίας
 που προτείνει η συγγραφέας
και οι δάσκαλοι της πράξης



Αναστασία Ευσταθίου



Ευχές - Φωτεινή Στεφανίδη



 
Όσο κι αν έχουν εκφυλιστεί οι γιορτές,
το αστέρι υπάρχει. 
Και η Αγάπη. 

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ 

με την ιστορία των ιστοριών,
 αυτήν του Μικρού Πρίγκιπα. 




Φωτεινή Στεφανίδη
Αβγοτέμπερα και βαθυτυπία







Λότη Πέτροβιτς Ανδρουτσοπούλου




Ας γίνουμε σαν το τσάι, την καινούρια χρονιά!

 … «Σου έχω πει την ιστορία την παλιά με το τσάι, το καρότο και τ’ αυγό;»

    Η ΄Ελλη γνέφει «όχι».

     «΄Ακου, λοιπόν!» αρχίζει ο παππούς. 
«Κάποτε παραπονιόταν ένας άνθρωπος πως είχε βάσανα πολλά. Τον κάλεσε, που λες, στο σπίτι της κάποια σοφή γερόντισσα, έβαλε ένα τσουκάλι με νερό να βράσει κι έριξε μέσα ένα καρότο κι ένα αυγό. Όταν έβρασαν καλά, έφτιαξε λίγο τσάι του βουνού και  ρώτησε τον άνθρωπο τι βλέπει. 

“΄Ενα καρότο που έχει μαλακώσει από το βράσιμο κι ένα σφιχτό αυγό”, της είπε κείνος. 

“Και τι μυρίζει;” ρώτησε η γερόντισσα. 

“Μοσχοβολάει τσάι του βουνού!” της απαντάει. 

“Ε, λοιπόν, οι λύπες και οι στενοχώριες μοιάζουνε με νερό που βράζει” λέει η γερόντισσα. 
“Υπάρχουν άνθρωποι που νιώθουν δυνατοί, μα σαν τους βρουν αναποδιές, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το καρότο, που μαλακώνει και διόλου δύναμη δεν έχει πια. ΄Αλλοι πάλι μοιάζουνε με το αυγό. Μέσα τους είναι αδύναμοι και μόνο ένα τσόφλι έχουν απ’ έξω να τους προστατεύει. ΄Οταν έρθουν δύσκολοι καιροί, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το αυγό και, σαν αυτό, γίνονται κι από μέσα τους σκληροί. Μα είναι κι άλλοι που θυμίζουνε το τσάι.  ΄Οταν τους βρίσκουν βάσανα, είναι κι εκείνοι σαν να πέφτουν σε βραστό νερό, μα ούτε σκληραίνουν, ούτε μαλακώνουν. Μεταλλάζουν μόνο το νερό σε τσάι του βουνού που ευωδιάζει. Κι ευφραίνονται με τη μοσχοβολιά του όσοι βρίσκονται κοντά. Τις λύπες και τις στενοχώριες, πάει να πει, τις κάνουν γνώση, καλοσύνη και χαρά. Πήγαινε στο καλό λοιπόν” του λέει η γερόντισσα 
“και φρόντισε να είσαι σαν το τσάι.”»



Απόσπασμα από το βιβλίο Στη σκιά της πράσινης βασίλισσας (Πατάκης 2012)

Νεράιδα πάνω στο έλατο - Μάνος Κοντολέων



Κάθε χρόνο,
καθώς πλησιάζουν οι γιορτές του Δεκέμβρη,
το Πνεύμα των Χριστουγέννων
που ζει μέσα στο σύννεφο
που σκεπάζει την κορυφή του βουνού
εγκαταλείπει η μοναξιά του
και φωνάζει τις νεράιδες του Χειμώνα
να σχεδιάσουν μαζί το στολισμό των ελάτων
στις αυλές των ανθρώπων.

Οι νεράιδες κυνηγούν αστέρια
και τα κατεβάζουν από τον ουρανό.
Όμως στ' αστέρια καθόλου δεν αρέσει
να χάνουν την άπλα του ουρανού
και να μένουν ακίνητα
πάνω στις κορυφές των δέντρων.

Αν όμως μια νεράιδα
«ξεχάσει» να βάλει αστέρι,
τότε στολίζει η ίδια το έλατο.

Και λένε
πως οι άνθρωποι κείνης της αυλής
με το έλατο το στολισμένο με μια νεράιδα
περνούνε μια χρονιά
γεμάτη χαρά, υγεία, ευτυχία και τύχη.
Χρονιά αγάπης.
Έτσι λένε...
Και το πιστεύω κι εγώ αυτό...

… Ίσως γιατί
και το έλατο της δικής μου αυλής
κάποια χρονιά το στόλισε μια νεράιδα.

Γι’ αυτό το πιστεύω.
Το έζησα.
Εσείς;




Ακούστε το παραμύθι:


 
  α






Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2012

Ευχές από την Εύη Γεροκώστα




Λέει μια ιστορία
ότι το κοριτσάκι με τα σπίρτα
δεν πέθανε.

Ότι ζει μέσα σ’ ένα σπιρτόκουτο,
μαζί με τα όνειρά του.

Ο Άντερσεν, λένε,
δεν μας είπε όλη την αλήθεια
για εκείνη τη νύχτα,
γιατί ούτε ο ίδιος
την έμαθε ποτέ.

Όταν πρωτοδιάβασα
αυτή την ιστορία
ένιωσα ότι όλα μπορούν να γίνουν,
 αρκεί να τα πιστεύουμε.

Αρκεί να τα πιστεύουμε,
ακόμα και χωρίς καλούς οιωνούς...

Σας εύχομαι να πιστεύετε λοιπόν.
Να πιστεύετε ακόμα περισσότερο
τη χρονιά που έρχεται.
Κι ίσως γίνουν
όλα όσα ονειρεύεστε...

Εύη Γεροκώστα