Κυριακή 12 Μαΐου 2019

Αντίστροφοι ρόλοι




Είναι πολύ ήσυχο το σπίτι απόψε. Οι υπόλοιποι λείπουν κι εσύ κοιμάσαι. Έχω την τηλεόραση να παίζει χαμηλά, για να μην σε ξυπνήσει, όμως πιο πολύ παρακολουθώ την ανάσα σου, παρά το έργο. Κάποιες φορές σηκώνομαι κι έρχομαι ακροπατώντας να ρίξω μια ματιά στην κάμαρά σου. Το κεφαλάκι σου μισοχωμένο στο μαξιλάρι, έτσι όπως κοιμάσαι πλαγιαστή. Και τα σκεπάσματα ανεβοκατεβαίνουν ανεπαίσθητα, ακολουθώντας το ρυθμό της αναπνοής σου. Σε παρακολουθώ και γαληνεύω. Θέλω να πλησιάσω και να σε χαϊδέψω αλλά δεν το κάνω. Αν ξυπνήσεις θ' αρχίσεις πάλι να κλαις και δεν το αντέχω.
Γυρίζω στην κουζίνα κι αποτελειώνω το μισό μήλο που είχε ξεμείνει από πιο πριν. Το άλλο μισό, σου το είχα αλέσει στην φρουτόκρεμα. Την έφαγες χαμογελαστή, κάνοντας κάποιες κινήσεις αλλά δεν άρθρωνες λέξη.  «Πότε θ' αρχίσεις να μου μιλάς;» σε ρώτησα ανόητα. Κι ύστερα συνέχισα να σου λέω διάφορα, καθώς σου χτένιζα τα μαλλάκια, κι ας μην ήμουν σίγουρη τι καταλαβαίνεις και τι όχι. Σε είχα μπροστά μου, αδυνατούλα και εύθραυστη, τόσο, που θέλησα να σε σφίξω αγκαλιά μου. Έτσι όπως μ' έμαθες ν' αγκαλιάζω, τότε που με χτένιζες. Τότε που περνούσες στον τρίφτη το μήλο μου και μου τραγουδούσες ατελείωτα, περιμένοντας υπομονετικά ν' αραδιάσω τις πρώτες μου λέξεις.
Πέρασαν άπειρα χρόνια από τότε, μαμά. Στο μεταξύ έμαθα, ένοιωσα, έχτισα, βούρκωσα, κι όλα τούτα ξέροντας πως είσαι πάντα πλάι μου. Να μου στέκεσαι, να μου δείχνεις, να με νοιάζεσαι... Και ξαφνικά, όλα γύρισαν ανάποδα! Τόσο γρήγορα όσο η διαδρομή ενός ασθενοφόρου. Και τόσο αμετάκλητα όπως ένα δάκρυ που κύλησε. Τώρα, στο σπίτι, σε κρατάω για να διασχίσεις το δωμάτιο και σου κουμπώνω στοργικά τη ζακέτα σου. Κι ενώ αφήνεσαι και μ΄ εμπιστεύεσαι μέσα σ' όλες ετούτες τις αναπάντεχες ανατροπές, τί περίεργο, νοιώθω πως το μόνο που έμεινε απαράλλαχτο, είναι ο φόβος μη σε χάσω…


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου