Σάββατο 27 Απριλίου 2013

''Δε με λένε Ρεγγίνα... Άλεχ με λένε" - Βιβλιοπαρουσίαση από την Αναστασία Ευσταθίου




Το στίγμα μου…

Γνώρισα τον Μαγικό Κόσμο των δασκάλων Βασίλη Κουτσιαρή και Γιάννη Διακομανώλη πριν δύο χρόνια μέσα από το διαδίκτυο. Κάθε σελίδα και μία μαγική πτήση στην παιδική λογοτεχνία. Έστειλα και τις δικές μου βιβλιοπαρουσιάσεις. Η γλυκύτατη Πάττυ Παπαδήμου τις φιλοξένησε.
Τον Μάρτιο μου έγινε η πρόταση από τον Βασίλη  Κουτσιαρή να κρατήσω τη στήλη βιβλίων για νέους. Δέχτηκα με χαρά και πήρε η πένα μου φωτιά. 
Οι δικές μου βιβλιοπαρουσιάσεις θα έχουν έναν πιο προσωπικό τόνο και μια ιδιαίτερη ματιά.
Μου αρέσει το διάβασμα. Η στήλη αυτή είναι για μένα μια ευκαιρία να επικοινωνήσω με αναγνώστες κάθε ηλικίας που αγαπούν το παιδικό βιβλίο και προπαντός τους νέους. Γιατί το βιβλίο ρίχνει γέφυρες συνάντησης. Είναι η φωνή πολλών ανθρώπων που έρχονται να σε συναντήσουν από το θλιβερό παρόν, το μακρινό παρελθόν και το γοητευτικό μέλλον… 

Η ταυτότητα του βιβλίου
Τίτλος: Δε με λένε Ρεγγίνα... Άλεχ με λένε
Συγγραφέας: Μάνος Κοντολέων
Εκδόσεις: Πατάκης
Κατηγορία: Σύγχρονη Λογοτεχνία για Νέους
Σελίδες: 128
Έτος: 2011
ISBN: 978-960-16-4236-9

Βιβλιοπαρουσίαση

Ξεκινώ τις βιβλιοπαρουσιάσεις στη στήλη «Βιβλία για νέους» του Μαγικού Κόσμου του Παιδικού Βιβλίου με ένα βιβλίο που ανήκει στην οικογένεια Σύγχρονη Λογοτεχνία για Εφήβους από τις εκδόσεις Πατάκη. Ένα μυθιστόρημα που καταπιάνεται με το ακανθώδες ζήτημα  της εκμετάλλευσης των νέων αλλά και της προσφυγιάς. Πρόκειται για το μυθιστόρημα «Δε με λένε Ρεγγίνα... Άλεχ με λένε»
του Μάνου Κοντολέων.

Η ζωή δύο νέων ανθρώπων, της Ρεγγίνας και του Άλεχ, ανατρέπεται βίαια εξαιτίας ραγδαίων πολιτικών αναταραχών στη χώρα τους. Το βιβλίο χωρίζει μια νοητή αφηγηματική γραμμή σε δύο μέρη. Στο α΄ μέρος, έως τη μέση περίπου, ο συγγραφέας μιλά για μια νεαρή έφηβη, τη Ρεγγίνα. Η Ρεγγίνα καλείται από τη μια στιγμή στην άλλη να επιβιώσει σε συνθήκες πολέμου, να προστατέψει τα αδέλφια της και το κυριότερο, τον εαυτό της. Η φράση «Ρεγγίνα σημαίνει βασίλισσα» επαναλαμβάνεται συχνά μέσα στις σελίδες για να θυμίσει ότι η ηρωίδα μεγάλωσε με αρχές, με ήθος, με αξιοπρέπεια μα προπαντός με όνειρα και προσδοκίες για τα μεγάλα από τους γονείς της. Ούτε οι ίδιοι δεν πίστευαν τι τους επιφύλασσε η μοίρα. Ο ένας μετά τον άλλον χάνονται σε μια χώρα που τελεί υπό διάλυση ενώ οι γύπες της ζωής έχουν βγει σεργιάνι και έχουν κατασπαράξει την ήρεμη μικρή περίοδο της εφηβείας της Ρεγγίνας. 

Στο β΄ μέρος η αφήγηση έχει να κάνει με τον Άλεχ. Ο Άλεχ αρχικά χάνει τον πατέρα του. Στη συνέχεια, η μητέρα του χάνει τα λογικά της και μένει μόνο ο ίσκιος της, που γι’ αυτόν θα παλέψει ο Άλεχ με νύχια και με δόντια. «Άλεχ σημαίνει προστάτης», συνεχώς επαναλαμβάνεται το όνομα του πρωταγωνιστή για να δηλωθεί έμμεσα το «πρέπει», το χρέος.
Δυστυχώς, όμως, η ζωή έχει άλλα κατά νου για τους δυο νέους. Δύο πρόσωπα, δυο διαφορετικές ιστορίες; Πού τέμνονται οι ζωές τους, σε μια εποχή που βάναυσα γύρισε σελίδα για τους δυο τους;

Τα πρώτα εφηβικά ερωτικά σκιρτήματα θα συντηρήσουν το όνειρο για μια άλλη καλύτερη ζωή. Θα είναι η καύσιμη ύλη για την απόδραση από τη στυγνή πραγματικότητα που βιώνουν. Μια απόδραση, όμως, που θα παραμείνει μόνο μια σκέψη, μια αναπόληση που διατρέχει τις σελίδες του βιβλίου, τονίζοντας την απόλυτη κοινωνική σήψη.

Με σύγχρονο λόγο ο συγγραφέας αγγίζει θέματα που καίνε, που πονάνε. Δεν ωραιοποιεί τις καταστάσεις, δεν μασάει τα λόγια του. Το τίμημα της επιβίωσης πολύ ακριβό και για τους δύο νέους. Εκεί, θαρρώ, πως τέμνονται οι ζωές τους κι από παράλληλες διασταυρώνονται για να φύγουν  πάλι σαν ευθείες κάπου στο διάστημα του προσωπικού τους δράματος.
Για να επιβιώσουν πρέπει να πουλήσουν σώμα και ψυχή, αξιοπρέπεια αλλά και αρετή. «Ζεις σημαίνει πως πουλάς τα πάντα». Οι ήρωές του μοιάζουν να εγκλωβίζονται και να μην μπορούν να ξεφύγουν από τη μοίρα τους. Μπορούν όμως, ακόμα και όταν τα αδηφάγα όρνεα κατασπαράζουν το νεαρό σώμα τους, να ονειρεύονται  την υπόσχεση μιας άλλης ζωής. Αυτό κανείς δεν μπορεί να τους το στερήσει.
Οι ήρωες του βιβλίου δεν είναι μοιρολάτρες ούτε δέχονται παθητικά το τεράστιο βουβό κύμα που έρχεται από τα μεσοπέλαγα να τους πνίξει. Προσπαθούν,  αντιστέκονται, θέλουν να βρουν δουλειά, παρακαλώντας, χτυπώντας πόρτες κλειστές. Μια βίαιη ενηλικίωση καραδοκεί σε κάθε τους βήμα. Ο κίνδυνος ελλοχεύει παντού και τα πρόσωπα που θα τους δώσουν το εισιτήριο για την άλλη πλευρά του ποταμού είναι τόσο δυνατά σκιαγραφημένα σχεδόν κινηματογραφικά, που σου γεννούν αρνητικά συναισθήματα.

Οι σελίδες της παιδικότητας σκίστηκαν βίαια. Ακόμα και αυτή η ελπίδα δεν θα τους σώσει. Ούτε οι αναμνήσεις που χρησίμευαν σα σανίδα σωτηρίας στη φουρτουνιασμένη θάλασσα των ολοένα και περισσότερων διαλυμένων κρατών ανά την υφήλιο.       
Ο συγγραφέας έντεχνα δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένη χώρα μιας και παρόμοιες εικόνες σαν την πολεμική ατμόσφαιρα, τη μετανάστευση και την τύχη των ανθρώπων της, θα μπορούσε να συναντήσει κανείς σε ανατολή και δύση. 

Εμφύλιος πόλεμος, απολυταρχικό καθεστώς, εμπόλεμη κατάσταση, βομβαρδισμοί, ανεργία, θάνατος, η απόλυτη φτώχεια, όλα υπονοούνται με μια δυνατή αφηγηματική πένα χωρίς να ονοματίζονται. «Η χώρα χωρίστηκε στα δυο, όσοι μένανε στο Εκεί θέλανε να πάρουν το Εδώ..», ο συγγραφέας διαλέγει το μελάνι της αθωότητας για να περιγράψει εικόνες πολέμου. Τα ψημένα κρεμμύδια, η λάσπη, ο ιδρώτας αποτυπώνουν ευρηματικά τη φυσιογνωμία της χώρας αλλά και τις συνθήκες διαβίωσης.   

Στη σημερινή άνυδρη εποχή μας, στην εποχή της κρίσης, που όλα έχουν ανατραπεί, η συνάντηση των εφήβων αναγνωστών με αυτό το βιβλίο έχει πολλά να τους πει. Το σημαντικότερο ότι η ανατροπή είναι μέρος της ζωής μας. Κατά κάποιο τρόπο τους προειδοποιεί να μη θεωρούν τίποτα δεδομένο.

Αν και περίμενα το τέλος του λίγο πιο ελπιδοφόρο κι αισιόδοξο, εντούτοις με κράτησε με κομμένη αναγνωστική ανάσα γεμάτη αγωνία ως την τελευταία λέξη για την τύχη των ηρώων του. Έκλεισα το βιβλίο με μια γεύση πικραμύγδαλου στο στόμα, σαν ένα παλιότερο βιβλίο του ίδιου του συγγραφέα που εκδόθηκε το 1996, χωρίς, όμως, να με έχουν σοκάρει οι σκηνές μα με τη σκέψη ότι ο Κοντολέων γράφει για νέους.  Για να τους χαρίσει γυαλιά να βλέπουν καλύτερα τον κόσμο που τους περιβάλλει. Δεν θέλει να ζουν μέσα σε φούσκα προστασίας. Ίσως, γιατί ο ίδιος γνωρίζει ότι η εφηβική λογοτεχνία πρέπει να φωτίζει και τις δύσοσμες πτυχές της ζωής.

Το βιβλίο αναγράφηκε στη Βραχεία λίστα Κρατικών Βραβείων Παιδικού Βιβλίου 2011 στην κατηγορία Εφηβικού-Νεανικού Λογοτεχνικού Βιβλίου
Διαβάζεται με μια πνοή και από ενήλικες αναγνώστες.


Βιογραφικό

Ο Μάνος Κοντολέων γεννήθηκε το 1946 στην Αθήνα, όπου και σπούδασε Φυσική. Από πολύ νωρίς ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και έγραψε πολλά μυθιστορήματα, διηγήματα, παραμύθια και κριτικά σημειώματα. Συνεργάστηκε με εφημερίδες, περιοδικά, τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Είναι μέλος του Δ.Σ του ΕΚΕΒΙ και της Εταιρείας Συγγραφέων και Αντιπρόεδρος του ελληνικού τμήματος της Unicef. Το 1998 βραβεύτηκε με Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας, μυθιστόρημά του έχει αναγραφεί στον Διεθνή Τιμητικό Πίνακα της ΙΒΒΥ, ενώ ήταν υποψήφιος για το Διεθνές Βραβείο Άντερσεν το 2002. Έχουν κυκλοφορήσει πάνω από 40 βιβλία του άλλα παιδικής λογοτεχνίας, άλλα λογοτεχνίας για νέους και άλλα λογοτεχνίας ενηλίκων. Είναι παντρεμένος με την Κώστια Κοντολέων, συγγραφέα αλλά και μεταφράστρια και μαζί έχουν αποκτήσει δύο παιδιά την Άννα και τον Δομήνικο. 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου